Σωστά όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, αλλά ίσως να χρειαστεί και μία πιο "τεχνική" εξήγηση.
Μπορείς να δεις τα αρχεία .deb, δηλαδή το πακέτο ενός προγράμματος όπως και τα αρχεία .exe που είναι για Windows.
To πρόγραμμα που αναλαμβάνει την εγκατάσταση αυτών των πακέτων στον υπολογιστή, ονομάζεται «σύστημα διαχείρισης πακέτων» και στο Ubuntu, αυτό το σύστημα είναι το
dpkg που όπως και πολλά άλλα, ήρθε από την διανομή Debian.
Αυτό που κάνει το dpkg είναι η διαχείριση των πακέτων .deb και η σωστή εγκατάσταση στον υπολογιστή.
Όλες οι άλλες εφαρμογές, όπως το Ubuntu Software Center, το Synaptic, το GDebi ή και οι εντολές που αναφέρεις (για παράδειγμα
sudo apt-get install πακέτο) δεν πρόκειται για τίποτα άλλο από προγράμματα που όταν κληθούν να εγκαταστήσουν ένα πακέτο στον υπολογιστή, με τη σειρά τους καλούν το dpkg (το βασικό σύστημα διαχείρισης πακέτων) ώστε να κάνει την εγκατάσταση. Είναι τα λεγόμενα front-end προγράμματα, σε αυτή την περίπτωση, front-end για το dpkg.
Όταν για παράδειγμα χρησιμοποιείς το apt-get στο τερματικό, τότε το πρόγραμμα apt εντοπίζει τα πακέτα από το αντίστοιχο αποθετήριο και κατεβάζει τα αρχεία .deb αυτών των εφαρμογών και τα τοποθετεί στην θέση
/var/cache/apt/archives. Στη συνέχεια, καλεί το dpkg να αναλάβει την εγκατάσταση.
Θα μπορεί να πει κάποιος «και γιατί να μην γίνει απευθείας με το dpkg;». Επειδή το dpkg (μεταξύ άλλων) μπορεί να κάνει ενέργειες που αφορούν τη σωστή διαχείριση των πακέτων στο σύστημα, όμως δεν μπορεί να λάβει νέα πακέτα από απομακρυσμένη τοποθεσία (όπως ένα αποθετήριο), αυτό το κάνουν άλλες εφαρμογές (πχ το apt-get όπως είδαμε).
Αν ένα αρχείο .deb υπάρχει ήδη στον υπολογιστή, φυσικά και μπορεί να γίνει απευθείας χρήση του dpkg με χρήση εντολής:
- Κώδικας: Επιλογή όλων
sudo dpkg -i αρχείο.deb
Κάποια πράγματα σχετικά, είχα γράψει
εδώ.